Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Σήμερα ξύπνησα πιο αισιόδοξος


Κατ’ αρχήν Σήμερα Ξύπνησα.
Από έναν βαθύ ύπνο, που είχε απ’ όλα. Από μεγάλες χαρές και ονειρώξεις, μέχρι εφιάλτες και φόβο. Έτσι μπορώ να περιγράψω την ζωή μου μέχρι σήμερα. Μια  ζωή που χαρακτηριζόταν από μια μεγάλη αισιοδοξία, ότι "ο Μεγάλος Αδελφός" ήταν εκεί, για να μας φροντίζει και να ικανοποιεί όλες μας, όχι μόνο τις ανάγκες, αλλά και τα βίτσια.

Δεν ξέρω που βασιζόταν αυτή η αίσθηση, ανθρώπων που πέρασαν πολέμους, εμφυλίους, χούντες. Δηλαδή ανέχεια και ζόρι. Ανθρώπων που βίωναν την αδικία και οραματίζονταν έναν πιο δίκαιο κόσμο. Που η αίσθηση της ασφάλειάς τους ήταν ο γείτονάς τους. Που σέβονταν τον διπλανό τους, γιατί ήξεραν οτι ήταν η ασπίδα και η ελπίδα τους. Που η χαρά τους ήταν η πρόοδος του γνωστού τους, έως και χωριανού τους. Που χαίρονταν γιατί ήταν συγχωριανοί του επιτυχημένου και όχι αυτός, συγχωριανός τους. Που έκαναν τον σταυρό τους γιατί είχαν ένα μεροκάματο, έστω και πενιχρό. Που όλος ο κόσμος τους ήταν η οικογένειά τους, με όποια χαρακτηριστικά είχε, με σχέσεις αγάπης ή μίσους, και ένοιωθαν άρχοντες και υπεύθυνοι γι' αυτούς. Που ήξεραν από ιεραρχίες στις σχέσεις και στις ανάγκες, γιατί ήταν αναγκαίο για την  επιβίωσή τους. Που έδιναν προτεραιότητα στο "Όνομα" και όχι στην "Τσέπη".

Και πέρασαν χρόνοι και καιροί και άλλαξαν τα πράγματα "επί το  προοδευτικότερον ". Δηλαδή από εργάτες γίναμε αφεντικά. Από νοικάρηδες μιας κάμαρης στην αυλή ενός σπιτιού, ιδιοκτήτες ωραίας κατοικίας και εξοχικού. Από επιβάτες λεωφορείου, χωρίς να ξεχνάμε τον ποδαρόδρομο, οδηγοί ακριβού αυτοκινήτου. Από παπούτσια μπαλωμένα και ξανασολιασμένα, σε ακριβά παπούτσια της μόδας. Ξαφνικά πάψαμε να ιδρώνουμε στο χωράφι και δίναμε εντολές σε παρακατιανούς μετανάστες, από το καφενείο του χωριού. Από γρανάζια μιας παλιάς μηχανής, αλλά που δούλευε ακόμα, γίναμε σκουριά και αγρασάριστα εξαρτήματα της ίδιας παλιάς μηχανής, που δεν τα χρειαζόταν και έκαναν την λειτουργία της πιο δύσκολη. Χάσαμε την χαρά της παρέας και την κάναμε γήπεδο ανταγωνισμού. Πάψαμε να είμαστε ό,τι "Είμαστε" και γίναμε ότι "Είχαμε".

Και όλα αυτά, μέχρι που ήρθε ο "Τοκογλύφος", που μας χάιδευε και μας κοίμιζε, να μας πάρει το σπίτι. Και τότε άρχισε ο Φόβος. Ο Εφιάλτης. Ο Πανικός. Η Οργή. Η Αγανάκτηση. Για πιο πράγμα; Για κάτι που χάσαμε, αλλά δεν είχαμε κουραστεί να αποκτήσουμε; Για κάτι που είμαστε και δεν μας άξιζε τέτοια τύχη, ούτε για τον εαυτό μας, ούτε για την Ιστορία μας; Και τι κάναμε σαν αντίδραση; ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ…! Μουντζώναμε, τα στυλώσαμε και κλαίγαμε με τσιρίδες, για να μας λυπηθούν (…τους αναξιοπαθούντες)…! Μαύρος ο ορίζοντας και αίσθηση κόλασης και όχι τούνελ…! ΑΔΙΕΞΟΔΟ…! Κάτι που καλλιεργούσαν με πολύ ευλάβεια τα ΜΜΕ.

Και ξαφνικά Ξύπνησα. Ίσως λίγο απότομα, ίσως με μπουγέλωμα, αλλά ξύπνησα. Και το λέω αυτό, όχι γιατί ξαφνικά μου ήρθε επιφοίτηση, αλλά γιατί συνειδητοποίησα ότι η Κοινωνία μας Ξύπνησε. Αντέδρασε. Όχι η κοινωνία των ΜΜΕ, ή των πολιτικών και των αναλυτών. Ξύπνησε η Κοινωνία των Μελών της, των πολιτών, των απλών ανθρώπων της γειτονιάς.   Το κίνημα, λέει, της Πατάτας.

Μετά Δήμοι και πανεπιστήμια δίνουν γη για καλλιέργεια, για τις βιοτικές ανάγκες των απεγνωσμένων συνανθρώπων τους, με προϋποθέσεις, να αγαπάνε την Γεωργία (δηλαδή να σκάβουν οι ίδιοι) και να σέβονται τον διπλανό τους (άκουσον, άκουσον). Πανεπιστήμια οργανώνουν επιστημονικά τον ενθουσιασμό των ακτιβιστών. Δημιουργήθηκαν μπακάλικα Αλληλεγγύης. Και το αποκορύφωμα; Το "Θεατροπωλείο"...! Μια πρωτοβουλία του ΚΘ Βορείου Ελλάδος, όπου οι θεατές, θα πληρώνουν με τρόφιμα, τα οποία στην συνέχεια θα πηγαίνουν σε ιδρύματα.

Ναι αυτή είναι η Ελλάδα, στην οποία θα ήθελα να ζω και να ονομάζομαι πολίτης της. Όχι η άλλη, η προηγούμενη. Γι αυτήν θα αισθάνομαι υπερήφανος, ενώ για την άλλη ντροπή. Ίσως να δοθεί σε αυτήν την Ελλάδα, η κατάλληλη προβολή και προώθηση, για να καταλάβει και όλος ο κόσμος, "τι εστί Ελλάς". Και ότι "ΕΛΛΑΣ", δεν είναι αυτό το αλλοτριωμένο κατασκεύασμα, με την κακοφτιαγμένη επικάλυψη και το πασάλειμμα, που μας παρουσιάζουν.
Και όταν ξυπνάς, βλέπεις ΦΩΣ…!

Δια στόματος Νικόλα

Δεν υπάρχουν σχόλια: